облачиться - ορισμός. Τι είναι το облачиться
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι облачиться - ορισμός


облачиться      
сов.
см. облачаться.
облачиться      
ОБЛАЧ'ИТЬСЯ, облачусь, облачишься, ·совер.облачаться
), во что. Надеть на себя облачение (во 2 ·знач.; церк.). "Священник облачился в старую, еле живую ризу." А.Тургенев.
| Надеть на себя какую-нибудь одежду; то же, что облечься
в 1 ·знач. (·книж. ·устар., ·ритор. ·торж. и ·шутл. ирон.). Облачился я в пальтишко новенькое. Демьян Бедный.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για облачиться
1. Облачиться в форму национальной команды для них - залог спортивного подвига.
2. А вот обрить голову и облачиться в черную куртку - супер.
3. Вы можете облачиться в хлопковое платье и сандалии.
4. Именно ему досталась честь первому облачиться в желтое.
5. Во Вьетнаме главам государств и правительств пришлось облачиться в аозай.
Τι είναι облачиться - ορισμός